Τρίτη 13 Ιουλίου 2010

ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΥΨΙΣΤΟΥ ΘΕΟΥ

(Θεοφάνειες του Θεου)

Μια μορφή της παρουσίας του Θεού είναι στη Γένεση (ΚΗ΄, 10-17). Ο Ιακώβ ανεχώρησεν από το Φρέαρ του Όρκου δια να μεταβεί εις την Χαράν της Μεσοποταμίας. Έφθασεν εις κάποιον τόπον, εις την Βαιθήλ και εκοιμήθη εκεί διότι είχε δύσει ο ήλιος. Επήρε από τους λίθους του τόπου, έβαλεν αυτούς ως προσκεφάλαιον κάτω από την κεφαλήν του και εκοιμήθη εις τον τόπον εκείνον.

Εκεί είδε ένα όνειρο. Είδε μία κλίμακα, της οποίας η βάσις ήτο στερεωμένη εις την γην, η δε κορυφή της έφθανεν εις τον ουρανόν· άγγελοι δε του Θεού ανέβαινον και κατέβαινον δι’ αυτής. Ο Θεός είχε στηριχθεί εις το άνω μέρος της κλίμακος αυτής και είπεν· «εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ, του πατρός σου και ο Θεός του Ιακώβ. Μη φοβήσαι, διότι αυτήν την γην, επί της οποίας συ τώρα κοιμάσαι, θα δώσω εις σε και εις τους απογόνους σου. Οι δε απόγονοι σου θα πληθυνθούν και θα αυξηθούν εις αριθμόν μέγαν ωσάν την άμμον της θαλάσσης και θα επεκταθούν προς Δυσμάς, προς Νότον, προς Βορράν και προς Ανατολάς. Όλοι δε οι λαοί της γης, θα ευλογηθούν δια μέσου ενός από τους απογόνους σου (δια του Χριστού). Και ιδού εγώ είμαι και θα είμαι μαζί σου, θα σε προφυλάσσω και θα σε καθοδηγώ εις τον κάθε δρόμον σου, οπουδήποτε και αν μεταβείς, και θα σε επαναφέρω εις την γην αυτήν. Δεν θα σε εγκαταλείψω και θα πραγματοποιήσω όλα, όσα σου υπεσχέθην». (Γεν.κη΄10-17)

Εξύπνησεν ο Ιακώβ από τον ύπνον του και γεμάτος ιερόν δέος είπεν· «ο Κύριος υπάρχει εις τον τόπον αυτόν και εγώ δεν το εγνώριζα». Εφοβήθη και είπε· «πόσον φοβερός είναι ο τόπος αυτός! Αυτός βεβαίως είναι οίκος Θεού και αυτή είναι η πύλη του ουρανού!». Αυτή η μυστηριώδης κλίμακα ήταν εικόνα της Θείας Προνοίας για τον Ιακώβ, ή ακόμη καλύτερα της Ενσαρκώσεως του Λόγου του Θεού, που θα εγεννάτο από τους απογόνους του Ιακώβ και που θα ένωνε τον Ουρανό με τη Γη.

Βλέπουμε ότι τον Ιακώβ που υπηρετεί και λατρεύει τον αληθινό Θεό ο Θεός τον βλέπει, τον παρακολουθεί, τον προστατεύει και του δείχνει την σωτηρία του ανθρωπίνου γένους, δια του Χριστού, της Κλίμακος. Ο Ύψιστος Θεός του δείχνει μία μορφή της ύπαρξής Του.

Ο Μωυσής εποίμαινε τά πρόβατα του πενθερού του Ιοθόρ, του ιερέως αυτού της χώρας Μαδιάμ, και έφερεν αυτά κάποτε πέραν από την έρημον εις το όρος Χωρήβ. Εκεί εφανερώθη προς αυτόν άγγελος Κυρίου εις φλόγαν πυρός, η οποία εξήρχετο από την βάτον. Παραδόξως η βάτος εκείνη εφλέγετο, αλλά δεν κατεκαίετο. Ιδών τούτο ο Μωυσής είπεν: «ας πλησιάσω εκεί να ίδω το θαυμαστόν τούτο φαινόμενον της βάτου, η οποία φλέγεται αλλά δεν κατακαίεται». Όταν ο Κύριος είδε ότι ο Μωυσής πλησιάζει να ίδη το φαινόμενον, εκάλεσεν αυτόν από την βάτον λέγων· «Μωυσή, Μωυσή!». Εκείνος δε είπε· «Τι είναι; Τι συμβαίνει;». Ο Θεός απήντησε· «Μη πλησιάσεις εδώ· λύσαι και βγάλε τα υποδήματά σου, διότι ο τόπος, όπου ίστασαι είναι γη αγία»! Και προσέθεσεν εν συνεχεία· «εγώ είμαι ο Θεός του πατρός σου, ο Θεός του Αβραάμ, ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ». Γεμάτος ιερόν δέος ο Μωυσής εγύρισεν αλλού το πρόσωπον, διότι ένεκα φόβου και σεβασμού δεν ετόλμα να ρίψει το βλέμμα του προς τον Θεόν, που ήτο ενώπιόν του. (Έξοδος, Γ΄, 1-6).

Η Χωρήβ είναι μαζί με το Σινά, η δεύτερη κορυφή του ιδίου όρους που καλείται «όρος του Θεού», λόγω των πολλών οραμάτων και αποκαλύψεων που είδε και έλαβε εκεί ο Μωυσής. Είναι κοινή πεποίθηση όλων των Πατέρων, ότι εκείνος που εμφανίσθηκε στον Μωυσή, στην φλεγομένη από όλες τις πλευρές βάτο που δεν κατεκαίετο ήταν ο Υιός του Θεού.

Άλλη μορφή της παρουσίας του Θεού: «Ο δε Θεός ωδηγούσε αυτούς και τους εδείκνυε την οδόν κατά μεν την ημέραν με νεφέλην υπό μορφήν στύλου, την δε νύχτα με πύρινον στύλον, ώστε και να τους φωτίζη. Ποτέ δε ο στύλος της νεφέλης κατά την ημέραν και ο στύλος του πυρός κατά την νύκτα δεν έλειψαν ενώπιον του ισραηλιτικού λαού» (Έξοδος ΙΓ΄, 21-22).

Βλέπουμε ότι το ίδιο νέφος έριχνε σκιά κατά την ημέρα και φως κατά την νύκτα. Αυτό έδειχνε στους Εβραίους τον δρόμο μέσα από τις αμμώδεις ερήμους και τους προστάτευε από τις καυτές ακτίνες του ηλίου. Ήταν ένα μεγαλειώδες σημάδι της Παρουσίας του Θεού στον εβραϊκό λαό του.

Μία άλλη μορφή της Παρουσίας του Θεού είναι κατά την Έξοδον (ΙΘ΄, 1-11 και 16-25). «Κατά τον τρίτον μήνα της εξόδου των Ισραηλιτών από την Αίγυπτον, ήλθαν οι Ισραηλίτες αυθημερόν από την Ραφιδείν εις την έρημον Σινά. Εξεκίνησαν από την Ραφιδείν, ήλθον εις την έρημον του Σινά και κατεσκήνωσαν απέναντι από το όρος. Ο Μωυσής ανέβη εις το όρος του Θεού. Εκάλεσεν αυτόν ο Θεός από το όρος και του είπεν· «αυτά που θα είπης εις τους απογόνους του Ιακώβ, αυτά θα αναγγείλης εις τους απογόνους του Ισραήλ. Σεις οι ίδιοι με τα ίδια σας τα μάτια είδατε πόσα εγώ έκαμα εις τιμωρίαν των Αιγυπτίων, πώς δε επήρα σας ωσάν εις πτέρυγας αετών και σας έκαμα ιδικούς μου, λαόν ιδικόν μου. Σεις όμως θα είσθε ιδικόν μου ιδιαίτερον βασίλειον ιερέων και έθνος άγιον. Αυτά τα λόγια θα πεις εις τους Ισραηλίτας».

Ήλθεν ο Μωυσής, εκάλεσε τους γεροντοτέρους του λαού και έθεσεν ενώπιον αυτών όλους τους λόγους που είχε παραγγείλει εις αυτόν ο Θεός. Όλος ο λαός με μίαν ψυχήν και φωνήν απεκρίθη· «όλα όσα διέταξεν ο Θεός θα εφαρμόσωμεν και θα υπακούσωμεν». Ανέφερε ο Μωυσής την απάντησιν αυτήν των Ισραηλιτών εις τον Θεόν. Ο Κύριος είπε προς τον Μωυσήν· «ιδού εγώ θα έλθω προς σε δια στύλου νεφέλης, δια να με ακούσει ο λαός, όταν λαλώ προς σε και απαντήσει έτσι ισόβιον, ακλόνητον εμπιστοσύνην προς σε». Ο Μωυσής ανήγγειλεν την απάντησιν του λαού προς τον Κύριον. Είπε ο Κύριος προς τον Μωυσήν· «κατέβα, εντόνως μίλησε προς τον λαόν να καθαρισθεί σωματικώς και ψυχικώς σήμερον και αύριον, να πλύνουν τα ιμάτιά των και να είναι έτοιμοι την τρίτην ημέραν. Διότι κατά την τρίτην ημέραν θα καταβή ο Κύριος εις το όρος Σινά ενώπιον όλου του λαού». Και εν συνεχεία ο Μωυσής αναφέρει· «Ενωρίς το πρωί κατά την τρίτην ημέραν έγιναν βρονταί και αστραπαί και νεφέλη σκοτεινή επάνω εις το όρος Σινά, ο ήχος της σάλπιγγος αντηχούσε πολύ δυνατά. Όλος ο λαός, που ευρίσκετο ακόμη εις την κατασκήνωσιν του προς συνάντησι του Θεού. Εξήλθον πράγματι και εσταμάτησαν όρθιοι εις τους πρόποδες του όρους.

Το όρος Σινά εκάπνιζε όλο, διότι ωσάν πυρ είχε καταβή επάνω εις αυτό ο Θεός. Ανέβαινεν ο καπνός πυκνός όπως ο καπνός της ασβεστοκαμίνου. Ο Ισραηλιτικός λαός εκυριεύθη από κατάπληξιν και δέος πολύ.

Ο Κύριος κατέβη εις την κορυφήν του όρους Σινά. Εκάλεσεν τον Μωυσήν εις την κορυφήν του όρους και ο Μωυσής ανέβη. Είπε δε ο Θεός· «κατέβα και εντόνως ειπέ εις τον λαόν να μη πλησιάσουν, δια να ίδουν τον Θεόν, και ότι, αν παρακούσουν, θα φονευθούν πολλοί από αυτούς. Και οι ιερείς, οι οποίοι πλησιάζουν τον Θεόν και υπηρετούν αυτόν, ας καθαρισθούν ψυχικώς και σωματικώς, δια να μην αφαιρέση και από αυτούς την ζωήν αν τον παρακούσουν». Ο Μωυσής είπε προς τον Θεόν· «ο λαός υπακούων εις την εντολήν σου, δεν θα αναβή εις το όρος Σινά· διότι συ ρητώς μας έχεις διατάξει, χώρισε τον λαόν από το όρος και κήρυξε αυτό άγιον και άβατον».

Εκεί εις το όρος Σινά ο Θεός ο Ύψιστος έδωσε τις Δέκα Εντολές, για να κάμουν οι Ισραηλίτες το Θείον Θέλημά Του, να εκτελούν τους Νόμους του Θεού.

Όπως βλέπουμε επτά ήταν τα τρομερά σημεία που εμφανίσθηκαν στο Σινά, όταν ο Θεός έδιδε τον νόμο. Όλο το Όρος εσείετο και εφλέγετο βγάζοντας φωτιά και καπνό· ξεσπούσαν κεραυνοί με τρομερές βροντές. Περιτύλιγε δε το Όρος πυκνή νεφέλη και ηχούσε η σάλπιγγα δυνατά. Ο Θεός διεκήρυττε τον Δεκάλογο με βροντερή φωνή, ώστε όλος ο λαός έτρεμε ακούγοντάς τον. Αυτά τα σημεία απέβλεπαν στο να εμπνεύσουν στους Εβραίους φόβο και σεβασμό στον Νόμο και στον Νομοθέτη και να τους δώσουν να καταλάβουν ότι ο Νόμος ήταν νόμος σεβασμού και υποχρεώσεως.

Μία άλλη μορφή της Παρουσίας του Υψίστου Θεού. «Ανέβη κατόπιν ο Μωυσής εις το όρος και μαζί με αυτόν ο Ααρών, ο Ναβάδ, ο Αβιούδ και εβδομήκοντα από την γερουσίαν των Ισραηλιτών. Εκεί αυτοί δεν είδον τον Θεόν. Είδον όμως τον τόπον, όπου εστάθη ο Θεός του Ισραήλ. Και ο τόπος αυτός εφαίνετο, σαν να ήτο κατασκευασμένος από πλήθους σαπφείρου. Είχε δε την διαύγειαν και την λάμψιν του καθαρού ουρανού.

Είπε κατόπιν ο Κύριος προς τον Μωυσήν· «ανέβα προς εμέ εις το υψηλότερον μέρος του όρους και μείνε εκεί. Θα σου δώσω τας λιθίνας πλάκας, εις τας οποίας είναι γραμμένος ο νόμος και αι εντολαί μου, τας οποίας έγραψα ως νομοθεσίαν δια τους Ισραηλίτας». Ηγέρθη ο Μωυσής και ο ακόλουθος αυτού Ιησούς του Ναυή και ανέβησαν εις το υψηλότερον μέρος του όρους του Θεού.

Ο Μωυσής και ο Ιησούς του Ναυή ανέβησαν εις το όρος και η νεφέλη εσκέπασεν αυτό. Κατέβη ως λάμψις η δόξα του Θεού εις το όρος Σινά και εσκέπασεν αυτό η νεφέλη επί έξι ημέρες. Την εβδόμην ημέραν ο Κύριος μέσα από την νεφέλην εκάλεσε τον Μωυσήν.

Το είδος της δόξης του Κυρίου ήτο σαν πυρ που εκπέμπει συνεχώς φλόγας επάνω εις την κορυφήν του όρους, ορατόν από όλους τους Ισραηλίτας. Ο Μωυσής, κατόπιν της προσκλήσεως του Θεού, εισήλθε μέσα εις την νεφέλην, ανέβη εις το υψηλότερον σημείον του όρους και ήτο εκεί τεσσαράκοντα ημερονύκτια. (Έξοδος ΚΔ΄, 9-10 και 12-18).

Όπως βλέπουμε ο Μωυσής ανεβαίνει πάλι στο όρος Σινά με τον Ιησού του Ναυή. Εκεί αντικρύζουν την μεγαλοπρέπεια του Θεού, που ακτινοβολούσε σαν υπέρλαμπρο φως και σαν λάμψη πολυτίμων λίθων. Βλέπουν επίσης τον Θεόν υπό ανθρώπινη μορφή και δεν τιμωρούνται από Αυτόν με θάνατον. Έπαυσε να ισχύη τότε γι’ αυτούς το «είναι αδύνατον να ζήση άνθρωπος, αν αντικρύση τον Θεόν»· επέζησαν και επέστρεψαν στον λαό των Ισραηλιτών. Μετά από έξι ημέρες άφησε και τον Ιησού του Ναυή και μόνος του εισχώρησε στο σύννεφο που τον εκάλυπτε από τα μάτια όλων επί σαράντα ημέρες και σαράντα νύκτες. Το όρος ετυλίσσετο από ομίχλη συνεχώς και η κορυφή, όπου ευρίσκετο ο Θεός με τον Μωυσή, έβγαζε φωτιά σ’ όλη την διάρκεια των σαράντα ημερονυκτίων. Ο λαός δεν αμφέβαλλε για την επιστροφή του Μωυσέως, ο οποίος επέρασε αυτές τις σαράντα ημέρες και νύκτες με νηστεία, τρεφόμενος με τον λόγο και την δύναμη του Θεού.

Μια άλλη μορφή της Παρουσίας του Υψίστου Θεού. Τότε ο Μωυσής του είπε· «δείξε εις εμέ τον εαυτόν σου». Ο Κύριος απήντησεν· «εγώ θα διέλθω και θα προχωρήσω εμπρός από σε με την θείαν δόξαν μου, θα αναγγείλω και θα ακούσεις το όνομά μου ‘Κύριος είναι ενώπιόν σου’. Εγώ ελεώ εκείνον τον οποίον θέλω να ελεήσω, λυπούμαι και συμπαθώ εκείνον που θέλω να συμπαθήσω, χωρίς κανείς να με υποχρεώνει προς τούτο».

Και ο Θεός εξηκολούθησε· «δεν θα ημπορέσεις να ιδείς το πρόσωπόν μου, διότι κανείς άνθρωπος δεν ημπορεί να με αντικρύσει εις όλην μου την δόξαν και να ζήσει». Και συνέχισεν ο Κύριος· «Ιδού τόπος εδώ πλησίον. Στάσου όρθιος επάνω εις αυτόν τον βράχον. Όταν διέρχεται η θεία μου δόξα, θα σε θέσω εις την οπήν του βράχου, θα σκεπάσω με το χέρι μου το πρόσωπόν σου, έως ότου περάσω. Θα αφαιρέσω το χέρι μου από το πρόσωπόν σου και θα με ιδείς εκ των όπισθεν, αλλά το πρόσωπόν μου δεν θα το ίδεις» (Έξοδος, ΛΓ΄, 18-23).

Βλέπουμε ότι ο Θεός ομιλούσε στον Μωυσή πρόσωπο με πρόσωπο, δηλαδή με μία αισθητή γλώσσα, σαν φίλος προς φίλο. Αλλά το πρόσωπό του ήταν πάντοτε σαν μέσα σε νεφέλη και δεν φαινόταν. Ζήτησε μετά ο Μωυσής να δει το πρόσωπον του Θεού και παρακάλεσε να είναι ο Θεός οδηγός του λαού. Ο Θεός εξευμενίστηκε με την μεσιτεία του Μωυσέως και υποσχέθηκε ότι θα συνεχίσει να τον προστατεύει. Για τον λαό θα είναι οι νίκες, τα θαύματα και η προστασία του Θεού. Ο Μωυσής παίρνει θάρρος να ζητήσει να ιδεί και την δόξαν Του, δηλαδή την ένδοξη θεία Του μορφή, στην οποία ακτινοβολούσε η δόξα Του. Ο Θεός, για να τον ευχαριστήσει, του επιτρέπει να ιδεί την πλάτη Του και όχι το ακτινοβόλο πρόσωπό Του. «Θα σε θέσω, είπε, σε ένα κοίλωμα του όρους και περνώντας από μπροστά σου θα πω το όνομά μου, που είναι ‘Κύριος ενώπιόν σου’. Αλλά το πρόσωπό μου, από το οποίο ακτινοβολεί η Θεία μεγαλειότητα, δεν μπορεί να το ανεχθεί ανθρώπινο μάτι· διότι, αν το ιδεί, θα αποθάνει. Εσύ πάντως δεν θα ιδείς αρκετά, διότι θα σε περιλούσω με τόσο φως, όσο θα μπορούν να ανθέξουν τα μάτια σου και όσο θα χρειασθεί να σε αναδημιουργήσει θαυματουργικά». Και πράγματι, μετά από αυτό το όραμα, το πρόσωπο του Μωυσέως έγινε τόσο φωτεινό, ώστε ο λαός δεν μπορούσε να το ανθέξει, αν δεν ήταν σκεπασμένο με ένα πέπλο.

Βασιλειών Γ΄, κεφ. ΙΘ΄, στιχ. 11-13.

Είπε προς τον προφήτη Ηλία, ο Θεός· «αύριον να εξέλθης από το σπήλαιον και να σταθής ενώπιον του Κυρίου εις το όρος· και ιδού, θα περάση εκεί ο Κύριος». Έτσι και έγινε. Αίφνης ισχυρότατος άνεμος έπνευσε, που διέλυε όρη και συνέτριβε πέτρας, αλλά δεν υπήρχεν ο Κύριος μέσα εις τον σφοδρόν άνεμον. Έπειτα από τον άνεμον έγινε σεισμός μεγάλος, αλλά ούτε μέσα εις τον σεισμόν υπήρχεν ο Κύριος. Έπειτα από τον σεισμόν ήλθεν πυρ. Ούτε μέσα εις τον πυρ υπήρχεν ο Κύριος. Έπειτα από το πυρ ηκούσθη φωνή αύρας λεπτής και δροσεράς. Εκεί υπήρχεν ο Κύριος. Όταν ο Ηλίας ήκουσεν και είδεν αυτό, εκάλυψεν από σεβασμόν και φόβον το πρόσωπόν του με την μηλωτήν. Εξήλθε και εστάθη κάτω από το σπήλαιον.

Βλέπομεν ότι ο Θεός θέλει να διδάξη στον ταραγμένο και αγανακτισμένο κατά του Αχαάβ και της Ιεζάβελ προφήτη να είναι πιο ήπιος, όταν θέλει να τιμωρήση την κακία. Ο Κύριος δεν βρίσκεται στην τρομερή θύελλα που σχίζει τα όρη και διαλύει βράχους, ούτε στο σεισμό που συγκλονίζει εκ θεμελίων και αφανίζει πόλεις, ούτε στη φωτιά που τα πάντα κατατρώει. Η αγαθότητά του δεν θέλει να χρησιμοποιήση για την τιμωρία των αμαρτιών αυτά τα βίαια και τρομερά μέσα. Ο Θεός βρίσκεται στο απαλό φύσημα της ήρεμης και ζωογόνου αύρας. Δηλαδή ο Θεός είναι ηπιότατος, επιεικής και μακρόθυμος, που ενεργεί πάνω στους κακούς με έντονη μεν αλλά όχι κακοπροαίρετη και καταστρεπτική, παιδαγωγική δε κατά κανόνα δραστηριότητα. Ο Χριστός είπε· «μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί» (Ματθ. κ, 29).

Βασιλειών Γ΄, κεφ. ΚΒ΄, στιχ. 19.

Ο Μιχαίας είπε· «δεν είναι έτσι. Δεν ομιλώ εγώ αλλά ο Κύριος. Άκουσε τον λόγον του Κυρίου. Δεν είναι τα πράγματα, όπως συ νομίζεις. Εγώ είδα τον Θεόν του ισραηλιτικού λαού να κάθεται επάνω εις τον θρόνον του και γύρω από αυτόν εκ δεξιών και εξ αριστερών υπήρχον όλος ο αγγελικός στρατός του ουρανού.»

Αυτό που γράφω κατωτέρω δεν είναι μία Θεοφάνεια του Υψίστου Θεού αλλά η Ανάληψη του προφήτη Ηλία, είναι συγκλονιστική.

Βασιλειών Δ΄, κεφ. Β΄, στιχ. 11.

Ενώ ο προφήτης Ηλίας και ο προφήτης Ελισαίος εβάδιζαν και πορευόμενοι συνωμίλουν, αίφνης ένα πύρινο άρμα και πύρινοι ίπποι διεχώρησαν τον ένα από τον άλλον, και ο Ηλιού μέσα εις τον άνεμοστρόβιλον ανελήφθη και εφέρετο ως εις τον ουρανόν.

Βλέπομεν ότι το άρμα ήταν πύρινο. Μάλλον ήταν οι άγγελοι, που με λαμπρό νέφος σχημάτιζαν το άρμα και το οδηγούσαν προς τα άνω, σαν μέσα σε στρόβιλο, προς ουράνιους χώρους, που μόνον ο Θεός γνωρίζει. Ο Ηλίας, που ήταν νικητής του αμαρτωλού βασιλιά Αχαάβ, του ειδώλου Βάαλ και της φωτιάς, ανέβαινε προς τον ουρανό.

Η εικόνα που περιγράφεται στο σημείο αυτό προτυπώνει την πανένδοξη ανάληψη του Χριστού. Πού μεταφέρθηκε ο Ηλίας; Τίποτε το σχετικό δεν αναφέρει η Γραφή, η δε Εκκλησία σωπαίνει. Όποιος κι αν είναι ο τόπος που βρίσκεται ο Ηλίας, είναι βέβαιο ότι η ζωή του είναι ειρηνική, χαρούμενη, απαλλαγμένη από περιπέτειες και υλικές ανάγκες. Ζει άφθαρτος και μακάριος. Μαζί με τον Ενώχ περιμένει να ιδή την συντέλεια των αιώνων, να πολεμήση τον Αντίχριστο, να οδηγήση το Ισραήλ στον Χριστό και να δεχθή το στεφάνη του μαρτυρίου. Η αρπαγή έγινε 900 περίπου χρόνια πριν από τη γέννηση του Χριστού.

ΜΑΡΙΑ ΖΑΦΕΙΡΗ